Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

Ηρακλής και Δηιάνειρα





    Σε κάποια από τις περιπέτειές του, ο Ηρακλής κατέβηκε στον κάτω κόσμο, στον Άδη, κι εκεί συνάντησε τον θρυλικό ήρωα της Αιτωλίας Μελέαγρο. Ο Μελέαγρος του ζήτησε να παντρευτεί την αδερφή του Δηιάνειρα, η οποία βρισκόταν στην Καλυδώνα. Πράγματι, ο Ηρακλής ταξίδεψε μέχρι εκεί, αλλά όταν έφτασε, πληροφορήθηκε πως την είχε ζητήσει σε γάμο ένα παράξενο πλάσμα, με το όνομα Αχελώος. Η Δηιάνειρα δεν τον ήθελε και προσπαθούσε να βρει τρόπο να τον αποφύγει. Ζήτησε από τον ημίθεο Ηρακλή να πολεμήσει με τον Αχελώο και να την διεκδικήσει. Στην αμφίρροπη μάχη που έγινε, επικράτησε ο Ηρακλής. Μετά από αυτό, συνάντησε τη Δηιάνειρα και αφού της ερμήνευσε την επιθυμία του νεκρού αδερφού της, παντρεύτηκαν. Μαζί απέκτησαν τέσσερις γιους (Ύλλο, τον Κτήσιππο, τον Γληνό και τον Ονελίτη ή Οδίτη)  και μια κόρη.

    Παρέμειναν στην Αιτωλία για πολύ καιρό.
Εκείνο το διάστημα ήταν που ο Ηρακλής βοήθησε τους Καλυδώνιους στην εκστρατεία τους εναντίον των Θεσπρωτών . αλλά ένα αναπάντεχο γεγονός, διέλυσε την μετέπειτα ήρεμη οικογενειακή ζωή του ήρωα. Είχε σκοτώσει κατά λάθος τον Εύνομο, οινοχόο και συγγενή της Δηιάνειρας, στο ανάκτορο του πεθερού του. Για την ιστορία, ο Εύνομος έριξε κατά λάθος στα χέρια του Ηρακλή το νερό που ήταν για τα πόδια. Ο Ηρακλής δεν είχε σκοπό να τον σκοτώσει αλλά να τον συνετίσει Ο πατέρας του παιδιού τον συγχώρεσε αλλά ο Ηρακλής ήθελε να κάνει αυτό που πρόσταζε ο νόμος γι' αυτό αποφάσισε να φύγει από την Αιτωλία. Πήρε μαζί του την Δηιάνειρα και τον γιο τους Ύλλο, με σκοπό να μεταβούν στην Τραχίνα. Πριν ακόμη όμως ξεκινήσουν το ταξίδι τους, θα έπρεπε να διαβούν τον ποταμό Εύηνο, που ήταν πολύ δύσβατος.
  
 
Στον ποταμό αυτό είχε εγκατασταθεί ο κένταυρος Νέσσος που είχε γλιτώσει απ' τον Ηρακλή σε μια συμπλοκή του με τους Κένταυρους
κι εργαζόταν εκεί ως περαματάρης, περνώντας πεζούς διαβάτες στην άλλη πλευρά του ποταμού πάνω στην πλάτη του. Ο Νέσσος προσφέρθηκε να πάρει στην πλάτη του τη Δηιάνειρα και να την περάσει απέναντι, ενώ ο Ηρακλής θα περνούσε τον ποταμό μόνος του κολυμπώντας. Όμως την ώρα που ο κένταυρος περνούσε απέναντι τη γυναίκα του Ηρακλή, θέλησε να τη βιάσει Τότε αυτή αντιστάθηκε και έβαλε τις φωνές. Εξαγριωμένος  ο Ηρακλής απ’ αυτό το γεγονός τράβηξε ένα βέλος, το έβαλε στο τόξο του και με αυτό τρύπησε την καρδιά του κενταύρου Νέσσου.
    Ο Νέσσος νιώθοντας να πεθαίνει λέει στην Δηιάνειρα πως, αν θέλει να κάνει τον άντρα της να την αγαπάει για πάντα, να αναμείξει το σπέρμα του με το αίμα που κυλούσε απ' την πληγή του και σ' αυτό να βουτήξει τον χιτώνα του Ηρακλή.
    Αφού πέρασαν τον Εύηνο ποταμό, η Δηιάνειρα φιλοξενήθηκε στα ανάκτορα του βασιλιά της Τραχίνας Κήυκα, ενώ ο
Ηρακλής εκστράτευσε εναντίον του Εύρυτου, βασιλιά της Οιχαλίας. Και αφού σκότωσε εκείνον και τους γιους του, έκλεψε την κόρη του Ιόλη. Έπειτα πήγε στο ακρωτήριο Κηναίο στην Εύβοια, όπου θέλησε να κάνει θυσία προς τιμήν του Δία. Έστειλε λοιπόν το σύντροφό του Λίχα να ζητήσει από τη Δηιάνειρα γιορταστικό χιτώνα. Εκείνη πληροφορήθηκε από τον απεσταλμένο του τον έρωτα του Ηρακλή για την Ιόλη. Επιθυμώντας να ξαναποκτήσει την αγάπη του άντρα της βύθισε το λευκό χιτώνα στο αίμα του κενταύρου όπως της είχε πει τότε. Όταν ο Ηρακλής τον φόρεσε, το δηλητηριασμένο αίμα του κενταύρου ξεχύθηκε και κόλλησε πάνω σ' ολόκληρο το σώμα του, κατακαίγοντας το. Προσπαθώντας να ξεκολλήσει το χιτώνα από πάνω του, ξεκολλούσε μαζί και τις σάρκες του. Πάνω στην οργή του γκρέμισε το Λίχα στη θάλασσα. Όταν η Δηιάνειρα κατάλαβε τι είχε κάνει δεν άντεξε και κρεμάστηκε.
Ο Ηρακλής έχοντας ανυπόφορους πόνους, ανέβηκε στην Οίτη, ετοίμασε ένα σωρό ξύλα και ανέβηκε απάνω. Παρακάλεσε τους συντρόφους του να ανάψουν φωτιά αλλά αυτοί αρνήθηκαν, Τέλος δέχτηκε ο Ποίας, πατέρας του Φιλοκτήτη , και σαν ανταμοιβή ο Ηρακλής του χάρισε το τόξο και τα βέλη του.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου